Ό Άγιος Ιωάννης ο «Κυνηγός» στα Γλυκά Νερά - Μία από τις ιστορικότερες μονές της Αττικής
Στις 29 Αυγούστου, ημέρα μνήμης της αποτομής της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, πανηγυρίζει μία από τις ιστορικότερες μονές της Αττικής, η οποία έχουμε την ευλογία και την τιμή να βρίσκεται στον Δήμο μας. Αναφέρομαι φυσικά στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου ή «Κυνηγού» Γλυκών Νερών, όπως καθιερώθηκε να ονομάζεται από τους Παιανιείς ή αλλιώς των «Φιλοσόφων».
Όσον αφορά την επωνυμία «Κυνηγός», κατά τον αγωνιστή του 1821, ιστοριογράφο και μέγα λόγιο του 19ου αιώνα, Διονύσιο Σουρμελή, προέρχεται από το ότι η θέση της Μονής είναι το «κυνηγέσιον μέρος του Υμηττού». Όμως αυτό είναι ανακριβές, καθόσον σε επιστολή του Μιχαήλ Χωνιάτη, πρώην Μητροπολίτου Αθηνών, αναφέρεται στον Βασίλειο Κυνηγό, ηγούμενο της Μονής ο οποίος πιστεύεται ότι σχετιζόταν με τους φιλοσόφους της Μονής του Φιλοσόφου της Δημητσάνας Αρκαδίας και αναφέρεται σε επιγραφή του 1205, σαν μοναχός φιλόσοφος. Αυτός αφιέρωσε τη Μονή του Υμηττού στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο κατά μίμηση της αρκαδικής μονής. Στις αρχές του 13ου αιώνα ήλθε στη Μονή ο ανηψιός του Βασιλείου, Λουκάς ο Κυνηγός, που τον διαδέχθηκε. Σε επιτύμβια επιγραφή του 1235 αναφέρονται οι μοναχοί Λουκάς και Φιλόσοφος, που πέθαναν συγχρόνως, ως κτήτορες της Μονής. Απ' αυτούς, Βασίλειο και Λουκά, θα πήρε η Μονή την επωνυμία «Κυνηγός», όπως και την επωνυμία «των Φιλοσόφων». Πιθανόν όμως την επωνυμία «των Φιλοσόφων», να την πήρε αργότερα η Μονή, όταν εγκαταστάθηκαν σε αυτήν μοναχοί από τη Μονή Φιλοσόφων στην Αρκαδία, από όπου είχαν εκδιωχθεί από τους Φράγκους. Τον Λουκά τον Κυνηγό, διαδέχτηκε ο μοναχός Νεόφυτος, γνωστός από το κιόνιο του Νεοφύτου, ένα μαρμάρινο κορμό που βρίσκεται στο Σταυρό, στο ναό της Αγίας Θέκλας και φέρει επιγραφή του 1238. Το κιόνιο χρησιμοποιούνταν σαν οδόσημο, ενώ ο Νεόφυτος πιστεύεται ότι κατασκεύασε το δρόμο που συνέδεε την πεδιάδα των Αθηνών με την πεδιάδα των Μεσογείων.
Η θέση της Ιεράς Μονής είναι ιδιαίτερα πλεονεκτική. Η θέα προς τα δυτικά της Αττικής είναι απέραντη, περνάει πάνω από την πόλη, ακολουθεί τις οροσειρές και απλώνεται στη θάλασσα. Ανατολικά ο κάμπος των Μεσογείων, η Αρτέμιδα και το Πάνειον Όρος. Η μεγαλοσύνη του τοπίου ήταν πάντοτε ένας ισχυρός πόλος έλξης για την επιλογή της θέσης των μοναστηριών. Όμως την εποχή της ίδρυσης της Ιεράς Μονής, υπήρχε κι ένας άλλος ισχυρός λόγος. Η εξαιρετική θέα έδινε τη δυνατότητα στους μοναχούς να προειδοποιούνται εγκαίρως για τις κάθε είδους επιδρομές, που την εποχή εκείνη λυμαίνονταν τον τόπο, και να διαφεύγουν προς τις απόκρημνες πλαγιές του Υμηττού. Επίσης ο υψηλός περίβολος γύρω από τη Μονή με τις χοντρές ξύλινες πόρτες και τις πολεμίστρες έδινε στους μοναχούς δυνατότητες άμυνας. Σήμερα βέβαια ο υψηλός περίβολος και η βαριά ξύλινη είσοδος με τον παλιό όμορφο πυλώνα της, εκτός από τη διαφύλαξη της μοναστικής ζωής, προδιαθέτουν τους επισκέπτες για το πέρασμα από την καθημερινότητα και την εξωστρέφειά της σε ένα χώρο ορθόδοξης λατρείας, όπου η ζωή εστιάζεται στην εσωτερικότητα. Ο πολύ όμορφος αύλειος χώρος και η διακριτική και γαλήνια εσωτερική ζωή της Μονής, μας προετοιμάζουν για την είσοδο στον ομόνυμο ναό, ο οποίος χρονολογείται κάπου στον 12ο αιώνα. Στη θέση του υπήρχε ήδη από την παλαιοχριστιανική εποχή ευκτήριος οίκος, που, προφανώς, κι αυτός με τη σειρά του κτίστηκε επάνω σε αρχαίο ιερό του Απόλλωνα του 4ου π.Χ. αιώνα.
Το μοναστήρι διατηρήθηκε σε ακμή επί αιώνες και απετέλεσε σημαντικό μοναστικό κέντρο της περιοχής. Διαλύθηκε, όπως και άλλα 411 μοναστήρια, από την Αντιβασιλεία των Βαυαρών, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, εκποιήθηκε η μεγάλη περιουσία της και ερημώθηκε. Έκτοτε έγιναν κάποιες απόπειρες επανίδρυσης (το 1943 σαν μετόχι της Ιεράς Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος και το 1969 σα μετόχι της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Κλειστών) και το 1975 ανασυστάθηκε σαν γυναικεία Κοινοβιακή Μονή. Μετόχια της αποτελούν ο Ιερός Ναός της Αγίας Θέκλας στο Σταυρό, το παλαιό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου του Κυνηγού στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, ο Άγιος Νικόλαος Λεονταρίου στην Κάντζα, Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος (ερείπια) στον Γέρακα και ο Άγιος Νικόλαος Φθισιατρείου στην Πλατεία Ρηγίλλης.
Η Ιερά Μονή αρχικά λογίζοταν στην ευρύτερη περιοχή της Παιανίας, γιαυτό και στις παλαιότερες εποχές, από τις 20 Αυγούστου, οι προεστοί του χωριού αρχικά, οι πρόεδροι της Κοινότητας αργότερα, μαζί με τους επιτρόπους, βρίσκονταν σε ζωηρή κίνηση. Μάζευαν τους κατοίκους, που πρόθυμα και εθελοντικά είχαν προσφερθεί, κι επισκεύαζαν με τις αξίνες και τα τσαπιά τον χωματόδρομο, που οδηγούσε από τη γέφυρα των Άσπρων Χωμάτων στην εκκλησία. Την παραμονή της γιορτής άλλοι πετούσαν τις πέτρες, άλλοι με φτυάρια γέμιζαν τις λακκούβες, άλλοι σκούπιζαν τον δρόμο με πρόχειρες σκούπες από φρύγανα κι άλλοι τον κατάβρεχαν με νερό που κουβαλούσαν τα κάρα. Ό δρόμος αυτός ήταν ο μοναδικός που οδηγούσε στη μονή. Ο δυτικός, από την Αγία Παρασκευή ήταν, μέχρι του 1936 τουλάχιστον, μονοπάτι.
Απ' το μεσημέρι της παραμονής, ο δημόσιος δρόμος Σταυρού-Λιόπεσιου, παρουσίαζε ασυνήθιστη κίνηση. Πυκνές ομάδες προσκυνητών ή μοναχικές γριούλες, με τα παπούτσια στο χέρι, πορεύονταν πεζοί τον χωματόδρομο (ο δρόμος ασφαλτοστρώθηκε το 1926) συνήθως αμίλητοι, νηστικοί, με ένα κεράκι στο χέρι. Ήταν το τάμα. Μαζί με τους πεζούς, ένα πλήθος γαϊδουράκια με τους επιβάτες καθώς και κάρα με οικογένειες, πεθερικά με τις νύφες τους και με το γιο τους για οδηγό πήγαιναν, από νωρίς τ' απόγιομα, στην εκκλησία. Μετά τον εσπερινό και την ακολουθία, που παρατεινόταν με κατάνυξη μέχρι τα μεσάνυχτα, το πλήθος των εκκλησιαζόμενων συνέχιζε την αυστηρή του νηστεία. Λίγο ψωμί, ελιές νερό, και ύστερα οι μεν γεροντότεροι πήγαιναν για ύπνο. Οι δε νεότεροι χόρευαν με νταούλια και πίπιζες. Μόλις ρόδιζε ή αυγή, το σήμαντρο καλούσε πάλι τους πιστούς. Μετά την απόλυση, φαγητό και ύπνος. Το απόγευμα συνεχιζόταν το πρόγραμμα της προηγούμενης μέρας. Με ευκοσμία και με ευλάβεια. Με κατάνυξη και με χαρά, με χορό και με τραγούδια.
Αυτό ήταν το πανηγύρι του Άη-Γιάννη του «Κυνηγού»..
Comments
Post a Comment