Αγία Αικατερίνα: Η περικαλλέστατη νύμφη Του Χριστού
Ο Χριστιανισμός, χωρίς όπλα και στρατούς, κατακτά όλο και νέα εδάφη. Τον 3ο αιώνα, έχει ανέβει πια στ' αρχοντικά και στα παλάτια κι έχει κερδίσει μεγάλα ονόματα, μεγάλες καρδιές.
Μεγάλη καρδιά, επίσημο όνομα, ήταν κι η Αγία Αικατερίνα, κόρη του Βασιλίσκου Κώνστα, τη μνήμη της οποίας τιμά αύριο η Αγία μας Εκκλησία. Αν έψαχνες μέσα σ' όλη την Αλεξάνδρεια, δεν θα έβρισκες δεύτερη στην ομορφιά και στη σοφία. Κι ήταν η Αλεξάνδρεια στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ., κέντρο των γραμμάτων, έδρα πολλών σοφών. Κι όμως δεν υπήρχε δεύτερη σαν την Αικατερίνα!
Στα δεκαοκτώ της χρόνια, είχε προλάβει να μελετήσει όλη την ελληνική και ρωμαϊκή φιλολογία, έπαιζε στα δάχτυλα τον Όμηρο και τον Βιργίλιο, είχε βαθύνει την σκέψη της με την φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Άγαπησε όσο λίγοι τους Έλληνες ρήτορες κι ήταν κι η ίδια αξιοθαύμαστη στη ρητορεία. Χρυσό το στόμα της, ποτάμι με γάργαρο νερό ο λόγος της!
Πάνω απ' όλα όμως θησαυρός ανεκτίμητος για την Αικατερίνα, ήταν η πίστη της στον αληθινό Θεό. Το «Χριστιανή» ήταν ο πιο τιμητικός τίτλος κι η Αλήθεια Του Χριστού, η πιο βαθιά φιλοσοφία που ικανοποιούσε βαθύτατα το καλλιεργημένο πνεύμα της μικρής διανοούμενης. Η αγάπη στον Θεό ήταν η μεγάλη φωτιά που θέρμαινε την καρδιά της και την έκανε ν' αγαπά όλα Του Θεού τα πλάσματα.
Αυτή η φλογερή νεανική καρδιά, δεν άντεχε να βλέπει συνανθρώπους της να βασανίζονται από συνανθρώπους τους. Αυτό το δυνατό μυαλό, που είχε σφιχτά αγκαλιάσει την Αλήθεια, επαναστατούσε, γιατί δεν ανεχόταν να βλέπει να καταδιώκονται, να φυλακίζονται και να θανατώνονται, εκείνοι που ξέκοβαν από το σκοτάδι της ειδωλολατρείας.
Έτσι, όταν ένας καινούργιος διωγμός ξεσηκώθηκε κατά των Χριστιανών από τον Μαξιμιανό και τον Μαξέντιο, η Αικατερίνα δεν δίστασε να παρουσιαστεί στον Έπαρχο της Αλεξάνδρειας. Κι ήταν καυτή η διαμαρτυρία της και μαστίγιο ο έλεγχος. Ο Έπαρχος μπροστά σ' αυτή τη νέα με το καθαρό βλέμμα και το φωτεινό πρόσωπο, τα έχασε! «Όμορφη και δυνατή», σκέφτηκε. «Μαζί της δεν θα τα βγάλεις εύκολα πέρα», τον πληροφορούν οι σύμβουλοί του.
Αυτό το κατάλαβε από την πρώτη στιγμή ο Έπαρχος κι ούτε που έβαλε στον νου του να τα βγάλει πέρα μόνος του με την Αικατερίνα. Καλεί πλήθος από φιλοσόφους και ρήτορες ειδωλολάτρες για να αντιπαρατεθούν μαζί της. Στις δημόσιες αυτές συζητήσεις, η Αικατερίνα, φωτισμένη από το Άγιο Πνεύμα, έφερε πολλές φορές σε δύσκολη θέση τους σοφούς. Με τις απαντήσεις της, έκανε πολλά στόματα να φιμωθούν, πολλά κεφάλια να σκύψουν ταπεινωμένα και ντροπιασμένα.
Ο Έπαρχος, παρακολουθεί με κομμένη την ανάση ετούτη την άνιση πάλη. Ένα κορίτσι μπροστά σ' εκατοντάδες σοφούς! Η κατάπληξή του θα μετατραπεί σε πανικό όταν θα δει πολλούς από τους σοφούς να κρέμονται από τα χείλη της, να συμφωνούν μαζί της και ν' ανακηρύττουν στο τέλος ενώπιόν του:
«Εις Θεός! Ο των Χριστιανών!».
Τέτοια πανωλεθρία δεν την περίμενε ο Έπαρχος. Διάλεξε την δημοσιότητα για να στήσει τον θρίαμβό του μπροστά στα μάτια του πλήθους. Κι αυτή η δημοσιότητα τώρα πολλαπλασιάζει και την δική του τη ντροπή και της Αικατερίνας την νίκη.
Την καλεί ιδιαιτέρως. Της προσφέρει τον θαυμασμό του για την ομορφιά της, για την μόρφωση και την δύναμή της. Μα είναι σαν να μην ακούει τίποτα από τα εγκώμια η σοφή νέα. Την απειλεί με φυλακή, με βασανιστήρια, με θάνατο. Εκείνη το ίδιο ασάλευτη και άτρομη. Τότε, την παραδίδει στους ραβδούχους κι αφού αυτοί εξάντλησαν πάνω στο νεανικό της σώμα όλη τους τη σκληρότητα, την έριξαν στην φυλακή.
Εκεί, η Αικατερίνα θα δεχτεί δύο επισκέπτες: Τη σύζυγο του Επάρχου και τον Στρατηγό Πορφυρίωνα. Δεν είναι η συμπάθεια που τους οδήγησε σε κείνη. Θέλουν κι αυτοί να δοκιμάσουν προσωπικά με μαστιγώματα την αντοχή αυτού του κοριτσιού. «Μετά από ένα γενναίο μαστίγωμα κι οι φιλόσοφοι λυγίζουν», σκέπτονται. Μα η Αικατερίνα, χτυπημένη και καταπληγωμένη, είχε πιο καθαρή σκέψη, πιο δυνατή την επιρροή της πάνω στους επισκέπτες και δήμιούς της. Το φως της που ακτινοβολούσε, μπήκε ως της καρδιάς τους τα βάθη, τα φώτισε, τα ζωογόνησε, τα θεράπευσε και τα πρώτα σπέρματα της Πίστης βρήκαν γόνιμο έδαφος. Είχαν μπει ως άρχοντες ειδωλολάτρες. Ξέρετε πως βγήκαν; Δούλοι Χριστού!
Η απελπισία σφίγγει τώρα σαν θηλιά τον Έπαρχο: «Αυτό έλειπε, να βάλει χέρι στο δικό μου σπιτικό!». Το ήξερε: Tούτο το κορίτσι, διέθετε μία δύναμη ακαταμάχητη, μία έλξη πολύ δυνατή. Όσο ζούσε. «Ε, λοιπόν δεν πρέπει να ζήσει!», αποφάσισε.
Την αποκεφάλισαν σαν αύριο, πρίν από 1716 χρόνια, το 305 μ.Χ. Στο θάνατο, που της χάρισε το στεφάνι μιας αληθινής δόξας, την ακολούθηκαν και 150 από τους σοφούς που ομολόγησαν μπροστά στον Έπαρχο την καλή ομολογία. Τους έκαψαν ζωντανούς. Το τίμιο και παρθενικό της λείψανο, ύστερα από καιρό, βρέθηκε σε μια κορφή του όρους Σινά. Εκει πάνω στην κορυφή του θεοβάδιστου όρους, στα χρόνια του Ιουστινιανού, κτίστηκε μοναστήρι στο όνομα της Μεγαλομάρτυρος Αικατερίνας. Απ' εκείνη την αετοφωλιά, 15 αιώνες τώρα, πρεσβεύει υπέρ όλου του κόσμου και κρατά μία από τις πιο ψηλές κορφές της Ορθοδοξίας.
Αύριο που είναι η μνήμη της, ας στραφούμε προς την εικόνα της κι ας την παρακαλέσουμε να μας διδάξει, τώρα που το έχουμε περισσότερο από ποτέ ανάγκη, πως θ' αγαπήσουμε Τον Χριστό, πως θα ζήσουμε για Εκείνον και πως, αν χρειαστεί, θα πεθάνουμε για Εκείνον! Να μας διδάξει, πως θ' ανάψει η φωτιά της θείας αγάπης στα σπλάχνα μας.
Παρθένε πολύαθλε, μάρτυς πανθαύμαστε, νύμφη Χριστού Αικατερίνα, πρέσβευε υπερ ημών, αμήν!
Χρόνια πολλά και ανθηφόρα σε όλες όσες φέρετε το ένδοξο όνομά της!
Comments
Post a Comment