«Το πνεύμα του μετώπου»
Αν επιθυμείτε να νιώσετε πιο βαθιά μέσα στην καρδιά σας το μεγαλείο του ηρωισμού των πολεμιστών του 1940, σας προτρέπω ν' αναζητήσετε, σε βιβλιοπωλεία που πουλούν παλιά βιβλία, το βιβλίο του Δημητρίου Σβολόπουλου «Το πνεύμα του μετώπου».
Πρόκειται για τον τρίτο τόμο ενός σπουδαίου έργου του εν λόγω δημοσιογράφου, συγγραφέα και Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών έως και την είσοδο των Γερμανών, ο οποίος κυκλοφόρησε το 1947 και αναφέρεται σε διάφορα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στον ελληνοϊταλικό και στον ελληνογερμανικό πόλεμο, συνοψίζοντας τους πρώτους δύο που επίσης αφορούν τους δύο πολέμους.
Οι σελίδες λοιπόν αυτού του βιβλίου που σας προτείνω, θαρρείς, δεν είναι γραμμένες με μελάνι. Είναι βαμμένες στο αίμα και την παλληκαριά των παιδιών της Ελλάδος. Μέσα εκεί θα βρείτε την φωνή και τον παλμό της αντρειωμένης ψυχής των ηρώων. Θα θαυμάσετε το μεγαλείο και την ανωτερότητα της ελληνικής καρδιάς, την εξυπνάδα και την ευστροφία του Έλληνα, ακόμη και στις πιο δύσκολες ώρες της μάχης. Θ' ανεβείτε μαζί τους τ' απόκρημνα βουνά της Πίνδου, θα μπαρουτοκαπνιστείτε, θα χαρείτε και θα πονέσετε αντάμα. Μα πάνω απ' όλα, θα ποτιστείτε απ' το πνεύμα του μετώπου.
Επέλεξα μία ιστορία από το συγκεκριμένο βιβλίο να σας μεταφέρω, την οποία διηγείται μία ξένη δημοσιογράφος, πολεμική ανταποκρίτρια, έτσι, για να γίνουμε μαζί κοινωνοί αυτής της πολύτιμης παρακαταθήκης και των διδαγμάτων ζωής που μας μεταγγίζουν οι δοξασμένοι ήρωες του έπους:
«Νύχτα σκοτεινή. Βρέχει. Ακούω τον ρυθμικό τον ήχο βημάτων μέσα στη λάσπη. Καμιά κουβέντα. Η κούραση της μακρινής πορείας, έχει αφαιρέσει κάθε διάθεση για συζήτηση. Στα φώτα του αυτοκινήτου που με παίρνει προς το μέτωπο, διακρίνω σιλουέτες στρατιωτών και ζώων. Τα πρόσωπά τους είναι αξύριστα, κατάκοπα, καρτερικά κι η βροχή τρέχει απάνω τους χοντρές σταλαματιές σαν ιδρώτας. Παρατηρώντας τους αναρωτιέμαι: Πως βλέπουν τον πόλεμο τούτα τα παιδιά;
Ξαφνικά το αυτοκίνητό μας σταματάει. Ένα φορτηγό που προπορευόταν έπαθε βλάβη. Οι οδηγοί, που κατεβαίνουν για να λύσουν τη δυσκολία, με τη συζήτηση, τα βάζουν με τον Μουσολίνι. Στο μέτωπο, ό,τι κι αν συμβεί, εκείνος φταίει. Εγώ επωφελούμαι από την στάση για να κατέβω. Θέλω να πιάσω κουβέντα με τους φαντάρους που στάθηκαν περιμένοντας να ανοίξει ο δρόμος. Έχω συζητήσει πολλές φορές με στρατιώτες, μα συνήθως ήταν ύστερα από μια νίκη ή όταν βρίσκονταν σε ανάπαυση. Αυτό που με ενδιαφέρει τώρα είναι η ψυχολογία τους τη στιγμή που βαδίζουν κουρασμένοι στη βροχή και στη λάσπη, τώρα που λείπει η έξαρση που σβήνει την κόπωση την σωματική.
Αμέσως ένας μικρός κύκλος σχηματίζεται γύρω μου. Μονομιάς αντιλαμβάνομαι, σαν να ήταν αποκάλυψη, πως η κούραση που ζωγραφίζεται στις μορφές τους δεν έχει καμία σχέση με τον εσωτερικό τους άνθρωπο. Είναι μία φυσική συνέπεια της εκστρατείας, που δεν επηρεάζει την ψυχή τους.
"Βροχή, τι να γίνει; Μα δεν βαριέσαι τίποτα δεν παθαίνουμε". Ένα λεπτοκαμωμένο παιδί με έχει πλησιάσει. Μαντεύω από την όψη του πως στο σπίτι του δεν του λείπει καμία άνεση. "Κάτω στην Αθήνα, άμα βραχούν τα πόδια μου αρρωσταίνω. Εδώ, κι εγώ δεν ξέρω. Η Παναγιά! Το πιστεύεις κυρία πως όλοι μας την νιώθουμε κοντά μας;". Οι άλλοι κουνούν τα κεφάλια τους καταφατικά. Μία μικρή σιωπή βασιλεύει γεμάτη συγκίνηση.
Η πεποίθηση πως ο Θεός είναι μαζί τους σε τούτον τον πόλεμο είναι γενική. Αγώνας ιερός που τον έχει αναλάβει ο κάθε Έλληνας, απ' τον κάτοικο της πόλεως έως τον τσοπάνο, λογαριασμός προσωπικός, που ο κάθε στρατιώτης φιλοδοξεί να εξοφλήσει. Το μεγάλο, το ιστορικό του "ΟΧΙ" της 28ης Οκτωβρίου, εξακολουθούν όλοι να το λένε με την κάθε πνοή, με τον κάθε παλμό της καρδιάς τους.
"Είναι σαν να μου λεγε ένας κλέφτης, αν δεν με αφήσεις να στα πάρω όλα θα σε σφάξω. Γίνεσαι ή δεν γίνεσαι θηρίο;".
Αυτά τα λόγια τα ακούω συχνά με μικρές παραλλαγές. Τα ακούω κι απόψε κι ας είναι κουρασμένα τα χείλη που τα προσφέρουν. Όχι, τούτος δεν είναι πόλεμος που έγινε για να εξυπηρετήσει σχέδια πολιτικών. Το νιώθουν όλοι, ακόμη κι οι πιο ταλαιπωρημένοι κι οι πιο κατάκοποι.
Συχνά βγάζουν από το πορτοφόλι μια τσαλακωμένη και πολυφιλημένη φωτογραφία και μου τη δείχνουν. Ένα σπιτάκι, μια γυναίκα, ένα παιδί. Το βλέμμα τους την αγγίζει τρυφερά, με συγκίνηση. "Γι' αυτά εδώ πολεμάμε οι Έλληνες". "Και τώρα για που τραβάτε παιδιά;", ρωτώ τα φανταράκια που στέκονται γύρω μου. Μου λένε τον προορισμό τους. Θα πάνε να βρουν το σύνταγμά τους στην πρώτη γραμμή. "Σου φαινόμαστε ψόφιοι κυρία;", μου λέει γελώντας ένας στρατιώτης. Τα μάτια του αστράφτουν για μια στιγμή. "Ν' αντικρίσουμε Ιταλό και βλέπεις για πότε ζωντανεύουμε".
Όλοι οι άλλοι γελούν κι επιδοκιμάζουν. Μου φαίνονται κιόλας λιγότερο κουρασμένοι».
Με τέτοιες λεβέντικες καρδιές γράφτηκε η θρυλική ιστορία του '40. Με τέτοια παλληκάρια δοξάστηκε γι' άλλη μια φορά η Ελλάδα. Ας μη το ξεχνάμε ποτέ: Ο θρίαμβος, η νίκη, μόνο με αίμα κερδίζεται. Με αγώνα, με θυσία. Κι η αυτοθυσία κι ο ηρωισμός, μόνο όταν βασίζεται στην Πίστη και την προσευχή κάνει θαύματα. Θαύματα σαν εκείνο του 1940-41.
Comments
Post a Comment