Στοχασμοί λίγο πρίν την αλλαγή του χρόνου
Απόψε το βράδυ θα ζήσουμε και πάλι την πρώτη στιγμή. Ο ωροδείχτης και ο λεπτοδείχτης του ρολογιού μας, θα σμίξουν επίσημα, πανηγυρικά, επάνω στις δώδεκα. Ύστερα, θα ξεκινήσουν και πάλι. Και μέσα σ' εκείνο το φευγαλέο σμίξιμο, το 2022 θα έχει περάσει στην ιστορία, ανεπανόρθωτα. Όλα τα μάτια, γεμάτα φως και ταξίδια, θα στραφούν προς εκείνο που έρχεται, το 2023, ένα έτος καινούργιο, με πρόσωπο άγνωστο, με άγνωστη μοίρα.
Πρόκειται φυσικά για μία παραίσθηση. Αλλά τόσο ωφέλιμη! Γιατί συμβαίνει, την ώρα που φεύγει η παλιά χρονιά, να νιώθουμε όλοι, πως με κάποιο τρόπο μας έχει απαλλάξει από την παρουσία της, πως την έχουμε ξεφορτωθεί, ενώ, αντιθέτως, την έχουμε προσθέσει στον εαυτό μας, στον εσωτερικό μας χρόνο, την έχουμε αποθηκεύσει μέσα μας και δεν υπάρχει κομμάτι του σώματος και της ψυχής μας, που να μην έχει αυξήσει το φορτίο του σε πείρα, κόπο και συχνά, σε απογοήτευση για το χαμένο διάστημα που δεν αξιοποιήθηκε όπως θα θέλαμε, για τις χαμένες ευκαιρίες, για τις χαμένες στιγμές.
Και είναι βέβαια μία ακύρωση αυτή η διαδικασία, ένας αφανισμός, ένας θάνατος. Πεθαίνουν τα χρόνια, όπως πεθαίνουν οι άνθρωποι. Αυτό το 2022, που το έχουμε για λίγο ακόμη στα χέρια μας, αύριο θα κείτεται μπροστά μας σα τον νεκρό. Έπειτα θα γίνει μία μνήμη. Πλησιόχωρη στην αρχή, ολοένα και μακρινότερη στη συνέχεια. Στο τέλος θα ενταχθεί στον αιώνα, θα γίνει το ένα εκατοστό του 21ου αιώνα. Θα ενταχθεί στην χιλιετηρίδα, θα καταντήσει ένα μόριο σκόνης ανάμεσα στους μεγάλους καιρούς. Μπορεί να μας έχει στοιχίσει και αγωνία και θλίψη και αδημονία και προσδοκία, να μας έχει χαροποιήσει ή να μας έχει αποκαρδιώσει, να έχει καταλάβει περίσσιο χώρο στην ατομική μας ζωή, να είναι μια χρονολογία σημαντική για κάποιους ή για τον καθέναν και την κάθεμία από εμάς. Μάταιος κόπος! Η καταδίκη είναι ανέκκλητη!
Αλλά ας επιστρέψουμε στην προαναφερόμενη πρώτη στιγμή: Δώδεκα και ένα, δώδεκα και δύο, δώδεκα και πέντε. Έχουμε την εντύπωση πως κυκλοφορούμε σ' έναν διαφορετικό χώρο, σε μιαν άγνωστη γη. Γύρω μας υπάρχουν τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια πράγματα. Ωστόσο, τα πάντα φεγγοβολούν σ' ένα αλλόκοτο φως, αβέβαιο, αμφίβολο, παραμυθητικό, γεμάτο ελπίδα. Αν καλοσυλλογισθούμε το πράγμα, δεν θα χρειαστεί πολύ για να νιώσουμε, πως τίποτα δεν έχει αλλάξει, πως ο χρόνος, ανώνυμος, ακομμάτιαστος, ακόμη και αφιλάνθρωπος, έξω από τη σύνδεση του ημερολογίου, εξακολουθεί την πορεία του. Αλλά έχουμε τόση ανάγκη της αυταπάτης, ώστε προτιμούμε ν' αναστήσουμε μέσα μας το όραμα ενός νέου κόσμου και μιας νέας ζωής, παρά να υποταχθούμε στη συνείδηση του ουσιαστικά αναλλοίωτου. Τόσο έντονα μάλιστα το νιώθουμε αυτό, που η πρώτη στιγμή μας φαίνεται σαν ένα άνοιγμα παραθύρου, σαν μια αποδέσμευση. Περισσότερη ελευθερία, περισσότερη τόλμη. Έτσι, ενώ κανονικά έπρεπε να μας θλίβει το πέρασμα του καιρού, εκείνη τη στιγμή, την πρώτη θέση του πανικού παίρνει η απολύτρωση. Απολύτρωση από τι; Δεν προσπαθούμε να το εξηγήσουμε. Μένουμε οι ίδιοι άνθρωποι, με τις ίδιες αιχμαλωσίες, με τις ίδιες έγνοιες. Ύστερα από λίγο το όραμα θα σβήσει, η προσδοκία θα φυλλοροήσει, τα πάντα θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, να πορεύονται με τον ίδιο ρυθμό, η πρώτη στιγμή θα λησμονηθεί, ακόμη και η συνείδηση του χρόνου, για όσους δεν κατέχονται απ' την ακοίμητη έγνοια της ματαιότητας, θ' ατονήσει. Όταν ο ωροδείχτης θα σημαδέψει τις δύο μετά τα μεσάνυχτα, τις τρείς, τις τέσσερις, οι περισσότεροι ξημερώνονται τούτη τη νύχτα, σαν ένα παιχνίδι που το κουρδίζεις. Όταν το ελατήριο ξεδιπλωθεί, όταν η κίνηση σταματήσει, θα ξαναβρεθούν στον τόπο τους όλα, άνθρωποι και πράγματα και συνθήκες ζωής και συμβάσεις και το '23 θα είναι το ίδιο με το '22, με το '20, με το '19, ως προς το γενικό του σχήμα.
Ένα τιποτένιο διάστημα, ολωσδιόλου συμβατικό, ανύπαρκτο, που σημαδεύει τη λήξη και την έναρξη, που μας μεταφέρει απ' τη μια στην άλλη χρονιά, ένα ρολόι που μας κοιτάζει και το κοιτάζουμε, μέσα σε φώτα, σε στολισμό, σε γέλια, σε συνομιλίες χωρίς βάθος και χωρίς βάρος.
Μια ανάσα! Κάπου να σταθούμε για λίγο, για μια στιγμή, γυμνοί από μέριμνες, να πούμε μια «καλημέρα» σε ό,τι πρόκεται να ΄ρθει. Μια «καλημέρα» σε όλη την πλάση, που φαίνεται ν' αναδύεται καινούργια μέσα στη χειμωνιάτικη αυγή, κάτω από βαριά συννεφιά ή κάτω απ' τον αναιμικό ήλιο της Πρωτοχρονιάς. Ακόμη και μια «καλημέρα» προς τα περασμένα. Προς τους αγαπημένους που έχουμε χάσει, προς τις φιλίες που έχουν μαραθεί, προς ό,τι μας έχει πονέσει, προς ό,τι μας έχει προξενήσει χαρά. Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση να μπορείς να πεις μια «καλημέρα», με ξάστερο νου, με γεμάτη καρδιά. Νιώθεις μονομιάς πως ξαναρχίζει ο κόσμος, πως αναδημιουργείται με την πρόθεση να μην ξαναπέσει στα σφάλματα του παρελθόντος. Κι ωστόσο, είναι βέβαιο, πως θα ξαναπέσει. Δεν υπάρχει σφάλμα στην ιστορία των ανθρώπων και των λαών, που να μην επαναλαμβάνεται. Έστω κι αν οι συνθήκες αλλάζουν και τα περιστατικά παρουσιάζονται κάθε φορά με άλλη μορφή.
Αλλά είναι τόσο φυσικό το να επιθυμούμε να ξαναρχίσουμε, να βρεθούμε και πάλι στην αφετηρία, να σχεδιάσουμε μια νέα πορεία, να προβλέψουμε ένα σύμπαν διαφορετικό από το στενάχωρο τούτο, το πεζό, το καθημερινό, το γεμάτο μικρολογία, διάψευση και κατάθλιψη. Βγαίνουμε από μια καθημερινότητα για να μπούμε σε μιαν άλλη καθημερινότητα. Δεν έχει σημασία. Αρκεί που κάτι αλλάζει. Εκείνο το 3, που έρχεται τώρα ν' αντικαταστήσει το 2, δημιουργεί ένα χώρο μαγείας. Είναι μια αλλαγή. Και περισσότερο από τις μεγάλες αλλαγές, που συμβαίνει να είναι συγκλονιστικές, ανατρεπτικές, να γεννούν μεγάλες καταστροφές, αξίζουν οι μικρές αλλαγές, αυτές οι ουσιαστικά ανώδυνες και συχνά ανανεωτικές μετατοπίσεις, που αποτελούν διαδοχικές αποδεσμεύσεις από την επανάληψη. Την επανάληψη, που είναι το πιο φθοροποιό πρόσωπο του χρόνου. Το γεγονός αυτό, οξύτατα το ένιωσε ο Καβάφης:
«Την μια μονότονην ημέραν άλλη μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί. Θα γίνουν τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι. Οι όμοιες στιγμές μάς βρίσκουνε και μας αφήνουν».
Με τέτοια συνείδηση του χρόνου, ας σταματήσουμε απόψε για μια στιγμή στο θεωρητικό «ανάμεσα». Ας πούμε από τα μεσάνυχτα μέχρι το πρώτο λεπτό. Ας ζήσουμε τη μαγεία της πρώτης στιγμής. Είναι μια φρέσκια στιγμή, στιλπνή, αδοκίμαστη, άσπιλη. Απ' τα σπλάχνα της, θ' αναδυθούν οι 365 ημέρες του 2023, αυτές οι μικρές άγνωστες, που οι παραπάνω σκέψεις μου, διαβρωτικές όπως κάθε στοχασμός, τις έχουν ήδη καταβροχθίσει αλλά η καρδιά μου τις επιθυμεί λουσμένες από συνταρακτικές στιγμές.
Καλοδεχούμενες!
Comments
Post a Comment